Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου

Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου
Πετρογέφυρα: διαδρομές...της φύσης τα καμώματα...δημιουργήματα...μνήμες...αναφορές...βιώματα

Τιμή στους μάστορες, που άφησαν με τα εμπνευσμένα έργα των χεριών τους το ίχνος τους στην ιστορία της νεοελληνικής αισθητικής, σμιλεύοντας την πέτρα και δαμάζοντας το νερό της Πελοποννησιακής γης, με την απαράμιλλη τεχνική τους, τη φλόγα της ψυχής τους και το σεβασμό στη φύση.
Ας γνωρίσουμε αυτούς και τα έργα τους.

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Το γεφύρι του Λιάσκου στην Άνω Βλασία Καλαβρύτων

Ο άνθρωπος που έφτιαξε το καλούπι θυμάται...
Ο τότε Πρόεδρος της Κοινότητας αφηγείται...

 Το γεφύρι είναι χτισμένο επί του ποταμού Σελινούντα, στα όρια του χωριού Άνω Βλασία του νομού Αχαΐας, που ανήκει στον δήμο Καλαβρύτων.
Ο ποταμός Σελινούντας (Αγιοβλασίτικο ποτάμι ή ποτάμι της Βοστίτσας) πηγάζει από τις βόρειες παραφυάδες του Ερύμανθου (Λειβαρτζινού, Λεχουρίτικου, Κουτελέϊκου κλπ. βουνών) του τ. δήμου Λαπαθών και αποτελείται από τρία ρέματα. Το Διβουλέϊκο, το Αγιοβλασίτικο (κυρίως Σελινούς) και το Μανεσέϊκο. Εκβάλει στον Κορινθιακό κόλπο, κοντά στα βαλιμίτικα. Το 80% των νερών του έρχεται από την περιοχή της Άνω Βλασίας. Λέγεται ότι ο Ερύμανθος με το Χελμό είναι συγκοινωνούντα δοχεία με την Πίνδο, με τον Όλυμπο και τα Λευκά όρη στην Ελβετία, γι' αυτό και οι πηγές του σε υψόμετρο 2000 μέτρων έχουν ίδια ποσότητα νερού τους καλοκαιρινούς μήνες.
Το γεφύρι στον παλιό μύλο του Λιάσκου, στη θέση "Κούναδη", από ανάντη.  (Φωτο: ΑΓΠ)

Είναι μονότοξο και χτισμένο για την εξυπηρέτηση των αγροτικών εργασιών των ντόπιων επί του κυρίως Σελινούντα, το 1951 σε αντικατάσταση παλιού ξύλινου, από χαρακτηριστική κόκκινη πέτρα της περιοχής. Βρίσκεται κοντά στον παλιό μύλο του Λιάσκου, στη θέση “Κούναδη” και χτίστηκε από τον ντόπιο - με καταγωγή όμως από την Ήπειρο πρωτομάστορα - Νίκο Παπαγιαννόπουλο, ενώ το καλούπι έφτιαξε ο Νίκος Αβράμης από την Άνω Βλασία. Έγινε επί προεδρίας του Τάκη Καραμεσίνη και διακρίνεται επίσης λίγο πιο πέρα το λατομείο απ' όπου έβγαζαν και έπαιρναν την πέτρα. Είχε στηθαίο περίπου 40 εκατοστών, το οποίο έχει καταστραφεί και τα ίχνη του διακρίνονται καθαρά. Από το χρόνο και την πίεση του νερού έχει υποστεί φθορές και χρειάζεται άμεση επισκευή και αποκατάσταση των ζημιών.
Ο 90χρονος Τάκης Καραμεσίνης, πρόεδρος της κοινότητας την εποχή κατασκευής του γεφυριού, θυμάται:
...αυτό ήταν ένα ξύλινο, σαν αυτό που είχαν οι ινδιάνοι στην Αφρική. Περνάγανε... και είχαν γίνει και δυστυχήματα λόγω του...σάπιες κάτι σανίδες που είχανε...είχανε πέσει κάτω και άνθρωποι και ζώα...είχανε πέσει κάτω κι εγώ τότε...λέω σαν πρόεδρος του χωριού...αποφάσισα ότι πρέπει να το φτιάξω αλλά δεν υπήρχαν οι δυνατότητες, οι οικονομικές και τα υπόλοιπα. Το 1951. Το ΄φτιαξε... ο Νίκος ο Αβράμης έφτιαξε τα καλούπια μαζί με τον...ο οποίος δεν υπάρχει...ο Γιώργης ο Λιάσκος ο οποίος ήτανε παπάς, τότε δεν ήτανε παπάς και ο μαστρονίκος ο Παπαγιαννόπουλος ήτανε ο τεχνίτης, τόχτισε...ήτανε ο μάστορας. Ο Αβράμης έφτιαξε τα καλούπια, τα ξύλινα δηλαδή, το σκελετό και ο Παπαγιαννόπουλος ο Νίκος το ΄χτισε.
Τάκης Καραμεσίνης. (Φωτο: ΑΓΠ)

 Κουβαλάγαμε τις πέτρες από απέναντι από το βράχο με τα γαϊδουράκια γιατί...επειδή ήθελε πολλές πέτρες και κατάλληλες γι' αυτά που λέγονται τα κλειδιά στην κορυφή, στην εφαρμογή...και δεν είχαμε και λεφτά, τότε δεν υπήρχανε και λεφτά...είχανε ακόμα τότε τα...μετά της κατοχής...πενηντάρια, χιλιάρια, είχαμε εκατομμύρια ακόμα...δεν είχανε γίνει...βγει του Μαρκεζίνη ακόμα οι τρύπιες δεκάρες και τα υπόλοιπα. Τσιμέντα δεν είχαμε και βάζαμε τσιμέντα με ασβέστη μαζί για να δέσουν τα λιθάρια για να το χτίσουμε. Ο ίδιος ο μάστορας πελέκαγε τις πέτρες. Ο μαστρονίκος ο Παπαγιαννόπουλος. Κάνανε καμιά 20ριά για να το φτιάξουνε. Τις πέτρες τις κουβαλάγαμε με τα γαϊδουράκια. Έχτιζε λίγο – λίγο, δεν ήταν και εύκολο μόνος του να χτίσει, είχε και βοηθούς που φτιάνανε τη λάσπη και του πηγαίναν και τις πέτρες, αλλά και οι πέτρες έπρεπε να έχουν κάποια εφαρμογή μεταξύ τους και το δυσκολότερο ήτανε στο τέλος εκεί που σμίγουνε...ο θόλος που σμίγει εκεί...ήτανε φτιαγμένος κατά κάποιο τρόπο έτσι...τα κλειδιά, πολλά κλειδιά 5-6-10 πόσα ήτανε. Ήτανε και ο πατέρας του. Αυτοί ήτανε Ηπειρώτες, είχαν έλθει εδώ σ' ένα χωριό στα Λακκώματα. Με τους λαγκαδινούς μαστόρους δεν είχαν καμιά σχέση. Ήταν Ηπειρώτες, από την Ήπειρο σ' ένα χωριό... στα Λακκώματα. Ο πατέρας του, τ' αδέρφια του ήτανε όλοι χτίστες...έπεσε μέσα μια κυρία...έπεσε από το γάιδαρο...είχε πιει κι λιγάκι κι έπεσε μέσα...ήτανε σανίδια...που ήταν και τρύπες...όπως ήταν τα πάτερα από κάτω κι από πάνω σανίδες, οι σανίδες ήτανε τρύπιες...πήγε το πόδι του γαϊδάρου μέσα...έκανε ο γάιδαρος έτσι...κάτι απότομες κινήσεις κι έπεσε η γριά μέσα στο ποτάμι. Έχει φθαρεί απάνου...είναι τσίμα – τσίμα τώρα...τώρα έχει ξεπλυθεί. Είχε πολύ νερό...φέρνει πάντα όταν λιώνουν τα χιόνια ή στα πρωτοβρόχια με βροχές μεγάλες...έχει νερά πολλά, αλλά από πάνω δεν πέρασε. Και εκεί που είναι...εγώ φοβόμουν. Και όμως δεν το πείραξε. Ακόμα τώρα ύστερα από 60 χρόνια πέρασαν καταιγίδες, πέρασαν πολλά πράγματα. Κι όμως αυτό υφίσταται.
Το λατομείο, απ' όπου επαιρναν την πέτρα. (Φωτο: ΑΓΠ)

 Ένα είναι το παράπονό μου. Μετά από μένα τ' άφηκαν όπως τ' άφηκα εγώ. Επισκευή δεν είχε γίνει ποτέ. Αυτό το 'χω σαν παράπονο, εγώ τότε παρ' ότι ήμουν νέος και ήμουν λίγο φιλόδοξος...είχα καβαλήσει και λίγο το καλάμι έτσι...αλλά όταν έφυγα εγώ, όταν πήγα στην Αθήνα, αυτό όπως το άφησα δυστυχώς είναι ακόμα μέχρι σήμερα...όπως το τέλειωσε ο μάστορας, είναι ακόμα έτσι από το 1951 – 52. Είχε επικοινωνία το περισσότερο χωριό από χτήματα. Από κει ήτανε μύλος, πηγαίνανε στο μύλο σχεδόν όλο το χωριό. Έπρεπε να περάσουν απέναντι να πάνε στο μύλο και να πάνε και στα χωράφια με τα ζώα...ήτανε πολλοί κάτοικοι που είχαν εκεί λόγους να περάσουνε. Εκεί είναι Κούναδη. Κούναδη, εκεί που 'ναι το γεφύρι. Απέναντι εκεί έχει διάφορες τοπικές ονομασίες...είναι η ευρύτερη περιφέρεια Γεράκι...εκεί έχει τοπικές ονομασίες...ο καθένας λέει εγώ στο δικό μου...μια περιοχή...λεγόταν στου Γιώργη το λιθάρι, στις ασφάκες, στα...ξέρω γω...κάποιες τοπικές ονομασίες. Το καλούπι με τον ξύλινο το σκελετό το 'φτιαξε ο Νίκος ο Αβράμης...ήτανε ο μαραγκός...και ζει ακόμη, είναι και αυτός σε μια ηλικία κάπου στα 90...και περπατάει ακόμα.
Το γεφύρι από κατάντη. (Φωτο: ΑΓΠ)

 Τα θυμάμαι όλα αυτά. Παρ' όλα αυτά...και τ' απόγευμα...μπορεί να ξεχνάω τα πρόσωπα...τα παλιά τα θυμάμαι μέχρι λεπτομέρειες. Ήτανε και άλλοι...το πολύ από το χωριό που κουβαλάγανε τις πέτρες και ήτανε και ένας πούχε φέρει τα ξύλα από το βουνό...κολώνες, έλατα λιανά, ψηλά έλατα για να στηλώσουν και οι σανίδες για να γίνει το...ο κύκλος. Είδε το χωριό...με προσωπική εργασία όχι με...πήρε μόνο...πληρώθηκε ο μάστορας. Πήρα λίγα λεφτά...δεν θυμάμαι πόσα πήρε. Οι άλλοι δουλεύανε με προσωπική εργασία...δηλαδή τους υποχρεώναμε, η κοινότης τους υποχρέωνε...θάρθεις μια μέρα με το ζώο, θα φέρεις πέτρες εκεί...θαρθείς να πα' να σάξουμε το μονοπάτι που θα περάσουμε να φέρουμε τα δεμάτια που θα θερίζουμε, θαρθείς να πα' να βγάλουμε το αυλάκι που θα ποτίζουμε. Εκεί που είχανε εκεί...και αυτή λεγόταν προσωπική εργασία. Τον μάστορα τον πλήρωσε η κοινότητα, από το δημόσιο ταμείο, δηλαδή τα οικονομικά της κοινότητας τα είχε το δημόσιο ταμείο.”
Ο άνθρωπος που έκανε το καλούπι του γεφυριού, ο Νίκος ο Αβράμης από την Άνω Βλασία, γύρω στα 90, μας αφηγείται:
...Νίκος Αβράμης...πρώτα το καλούπιασμα. Φτιάνουμε το τόξο και στήνουμε κολώνες από κάτου...ξύλινες κολώνες...δένεται ολόκληρο...μου είναι λίγο δύσκολο. Είναι σε δυο μεριές τα τόξα...τα στένουμε και βάζουμε σανίδα από πάνου γύρω – γύρω για να καλουπώνεται τόσο γερά γιατί παίρνει βάρος απάνου. Ξυλεία είχε ο μάστορας. Είχε ο μαστρονίκος ο Παπαγιαννόπουλος...αυτός που τόχτισε...ναι, το περιέδεσε με πέτρα και τόχτισε κιόλας, με τ' αδέρφια του μαζί...έχει πεθάνει τώρα...με τ' αδέρφια του μαζί. Ο Νίκος και ο Βαγγέλης...ήταν από τα Λακκώματα...είχε σώγαμπρος εδώ...αλλά τότε δεν ήταν σώγαμπρος...μετά ήρθε σώγαμπρος...από τα Λακκώματα ήρθε εδώ...από τα Λακκώματα ήταν. Η καταγωγή τους ήταν από την Ήπειρο. 
Νίκος Αβράμης. (Φωτο: ΑΓΠ)

Κάναμε για να το χτίσουμε μισό καλοκαίρι...μισό καλοκαίρι...το διάστημα εκείνο όχι...έτυχε να μη...για θα τάπαιρνε τα ξύλα, θα τα μάζευε όλα...δηλαδή έκανε καλό καιρό...ήτανε γύρω Ιούνιο – Ιούλιο – Αύγουστο κείνη την εποχή...βροχές σπανίζουνε...περίπου 10 δούλευαν εκεί. Δουλεύανε προσωπική εργασία. Εγώ πληρώθηκα...όχι όλα...άφησα ένα μέρος. Πληρώθηκα από τον μάστορα. Τώρα το μάστορα πούθε πληρώθηκε δεν ξέρω. Θυμάμαι γιατί πρέπει να ήταν η κοινότητα στη μέση. Προτού το γεφύρι το σημερινό, ήταν ξυλογέφυρο...με δυο ράγες σίδερα. Μετά σπάσανε κάτι ταύλες και αναγκαστήκανε να το φτιάξουνε όπως ήταν σήμερα...δυο ράγες σίδερα...μάλλον τρεις ράγες σίδερα...διπλό...ταύλα...”
Και μια άλλη μαρτυρία του Γιώργου Καραμεσίνη, από την άνω Βλασία, μας λέει για το γεφύρι στη θέση “Κούναδη” κοντά στον παλιό μύλο του Λιάσκου:
Αυτό το γεφύρι μέχρι την δεκαετία του '50 ήταν ένα ξύλινο γεφύρι, στηριζότανε πάνω σε κάποιες βάσεις, με κάποιες ταύλες επάνω και περνούσε ο κόσμος. Οι άνθρωποι, τα ζώα...όλα αυτά. Είχαμε και κάποια ατυχήματα...έπεσε κάτω μια αγελάδα, έπεσε κάτω ένας γάιδαρος με μια γυναίκα, χτυπήσανε...ξέρω γω...τέλος πάντων αποφασίσανε και το φτιάξανε, εκεί αρχές του '50, 51 – 52, κάπου εκεί. Μαστόροι ήτανε κάποιοι καταγωγή τους από την Ήπειρο, οι Παπαγιαννοπουλαίοι, οι οποίοι είχανε εγκατασταθεί σ' ένα μικρό χωριό εδώ, στα Λακκώματα. Και είχανε έρθει εδώ και δουλεύανε. Ήταν όλοι πετράδες, ήταν όλοι χτίστες, παραδοσιακοί. 
Γιώργος Καραμεσίνης. (Φωτο: ΑΓΠ)

Ο καλουπιτζής ήτανε απόν δω, ο Νίκος ο Αβράμης, ο οποίος ζει ακόμη, υπάρχει εδώ και ξέρει τα πράματα, που καλουπώσανε και φτιάξανε το τόξο και πελεκητές ήτανε οι συγγενείς του μάστορα εκεί πέρα που κουβαλούσαν την πέτρα από κει πέρα, από το νταμάρι. Για το γεφύρι πληρώθηκε τότε μόνο ο μάστορας, ο χτίστης δηλαδή και το πιο μεγάλο ποσό, γιατί δεν είχανε λεφτά...το κάνανε εδώ από το χωριό οι κάτοικοι με προσωπική εργασία. Έβαζε ο άλλος το γαϊδούρι του έκουβαλούσε την πέτρα, έβαζε ο άλλος ξέρω γω μεροκάματο, λεγόταν προσωπική εργασία...ένα δυο μεροκάματο την εβδομάδα. Αυτά λοιπόν...κι έγινε το γεφύρι και γλύτωσε ο κόσμος που περνάει πιο άνετα, πάει στα χωράφια του...” (1).
    Οι διαστάσεις του είναι:
Άνοιγμα καμάρας: 6 μέτρα
Ύψος καμάρας: 4,20 μέτρα
Πλάτος: 2,20 μέτρα
Μήκος: 16,90 μέτρα
Πλάτος καμαρολιθιού: 0,45 μέτρα.
Πρόκειται για ένα πανέμορφο πέτρινο γεφύρι, τρανό δείγμα της Πελοποννησιακής λαϊκής γεφυροποιίας, που όμως εκπέμπει σήμα κινδύνου για τη διάσωσή του.
Το γεφύρι του Λιάσκου. (Φωτο: ΑΓΠ)

Χτισμένο από ντόπιο παραδοσιακό μάστορα, με καταγωγή από την Ήπειρο, με την χαρακτηριστική κόκκινη πέτρα της περιοχής έχει υποστεί φθορές στο δεξιό βάθρο από ανάντη καθώς επίσης και στην επιφάνειά του. Για το λόγο τούτο πρέπει χωρίς χρονοτριβή να γίνουν οι απαραίτητες παρεμβάσεις από ειδικούς για να σωθεί.


Σημειώσεις

(1). Οι μαρτυρίες των συντελεστών του γεφυριού δόθηκαν στον γράφοντα στις 16/4/2012.


Δείτε τα παρακάτω videos για το γεφύρι στον παλιό Μύλο του Λιάσκου :


Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Τούρκικα γεφύρια της Ανατολίας την εποχή των Οσμανλήδων


Μια πολύτιμη συμβολή στη βιβλιογραφία της γεφυροποιίας

Είναι αλήθεια πως η αναγνώριση της αρχιτεκτονικής και γενικότερα της καλλιτεχνικής αξίας των πέτρινων γεφυριών άργησε να έρθει. Μόλις μετά τον πόλεμο, παρεμπιπτόντως και μέσα από εργασίες που αφορούσαν κάποιο άλλο αντικείμενο, κάποιες δειλές αναφορές έκαναν νύξη και γι' αυτές τις κατασκευές.
Το εξώφυλλο με το γεφύρι του Χαμπουρνάν 

Ιδιαίτερα εδώ στα Βαλκάνια και παρότι ο χώρος είναι γεμάτος με τέτοια κτίσματα, επικράτησε απόλυτη σιωπή, με καταστρεπτικά αποτελέσματα για τα ίδια τα γεφύρια.
Τα τελευταία όμως είκοσι χρόνια – επιτέλους – το ενδιαφέρον των ερευνητών στράφηκε και στα γεφύρια. Μάλιστα, κάποιοι από τους ερευνητές αυτούς ειδικεύτηκαν αποκλειστικά στη μελέτη αυτών των κατασκευών, συμβάλλοντας έτσι στην ευαισθητοποίηση κατ' αρχάς των κρατικών υπηρεσιών, οι οποίες κινήθηκαν για την προστασία τους και στη συνέχεια του ίδιου του κοινού πολίτη.
Χάρτης περιοχής Ντιγιαρμπακίρ της Ανατολ. Τουρκίας

Ο Μ. Γκόϊκοβιτς (M. Gojkovic), στα μέρη της πάλαι ποτέ ενοποιημένης Γιουγκοσλαβίας, άλλοτε μόνος και άλλοτε από κοινού με άλλους μελετητές, κατέγραψε και μελέτησε πέτρινα γεφύρια της Σερβίας, της Κροατίας, της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης και του Μαυροβουνίου.
Ο Ιβάν Μπαλκάνσκι (Ivan Balkanski) δραστηριοποιήθηκε στη Βουλγαρία και κυρίως στις βόρειες περιοχές της Ροδόπης.
Από παλιά, ο Αλβανός Βάλτερ Στίλα (Valter Shtylla), αλλά ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια,δημοσίευσε ολοκληρωμένες εργασίες για τα γεφύρια και τους δρόμους της γειτονικής χώρας.
Γεφύρι Μαλαμπαντί - Malabadi koprusu
Στην Ελλάδα, από την δεκαετία του '80 και μετά, άρχισαν να κυκλοφορούν βιβλία που πραγματεύονταν αποκλειστικά τα πέτρινα γεφύρια της πατρίδας μας. Οι συγγραφείς τους βρίσκονται σήμερα ανάμεσά μας και συμμετέχουν με ανακοινώσεις στην ημερίδα μας.
Προσωπικά, θέλω να σταθώ ιδιαίτερα στην περίπτωση της Τουρκίας. Αφορμή, η κυκλοφορία – όχι και τόσο πρόσφατα – ενός βιβλίου που νομίζω ότι ανατρέπει κάποια στερεότυπα (θα τολμούσα να πω κάποιους μύθους) για την αρχιτεκτονική των ντόπιων πέτρινων γεφυριών της βαλκανικής.
Γεφύρι Ντιτσλέ - Dicle koprusu
Θεωρώ ότι η μορφή των γεφυριών αυτών, με το ανεβοκατέβασμα του καλντεριμιού τους, το στενό διάδρομο διάβασης κλπ, δεν πρέπει να συγχέεται με την εκδοχή της ρωμαϊκής επιστημονικής κατασκευής των γεφυριών και ούτε θα πρέπει να εκλαμβάνεται σαν μια τοπική, λαϊκή εκδοχή αυτών. Άλλωστε, τα ρωμαϊκά πέτρινα γεφύρια μόνο μ' αυτά τα χαρακτηριστικά που είχαν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν το σκοπό κατασκευής τους (πέρασμα βαριών αρμάτων, λεγεώνων κλπ, για εξυπηρέτηση του ρωμαϊκού imperium).
Καρά kopru (Μαυρογέφυρο)
Το βιβλίο αποδεικνύει ότι έχουμε να κάνουμε μ' έναν άλλο ρυθμό, θα αποτολμούσα να τον ονομάσω “Βαλκανικό”, με επί μέρους αναπόφευκτες τοπικές παραλλαγές βεβαίως.
Τις αρχές, λοιπόν, τούτου του ρυθμού θεωρώ ότι παραθέτει το συγκεκριμένο βιβλίο κι εκεί βρίσκεται η αξία του, πέρα βεβαίως από τα πολύ εντυπωσιακά γεφύρια που μας παρουσιάζει, γεφύρια ενός δύσκολα προσεγγίσιμου χώρου, μιας μακρινής και σχετικά άγνωστης σε μας περιοχής.
Γεφύρι Ντουνάισι - Dunaysir koprusu
Το βιβλίο έγραψε κι δημοσίευσε στην Άγκυρα το 1978 ο Τούρκος καθηγητής Φουγκέν Ιλτέρ (Fugen Ilter) και έχει τίτλο “Οσμανλιλαρά Καντάρ Ανατολού Τούρκ Κιοπρουλερί” που μεταφράζεται “Τούρκικα γεφύρια της Ανατολίας της εποχής των Οσμανλήδων”. Μέσα από τις 306 σελίδες του ο συγγραφείς μας παραδίδει, κυριολεκτικά, έναν αρχιτεκτονικό θησαυρό της περιοχής. Όλα τα γεφύρια είναι της εποχής των Οσμανλήδων, δηλαδή της μετά τους Σελτζούκους Τούρκους εποχής, που ξεκινά τον 13ο αιώνα.
Γεφύρι Τζιζρέ - Ceziret koprusu
Το βιβλίο είναι δομημένο σε τρία μέρη. Στο πρώτο έχουμε τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία – ιστορικά και γεωγραφικά – για να κατανοήσουμε την ανάγκη και τους λόγους κατασκευής των γεφυριών. Στο δεύτερο, το βασικό και μεγαλύτερο μέρος της μελέτης, παρουσιάζονται αναλυτικά 46 γεφύρια, ενώ στο τρίτο ακολουθούν τεχνικές αναλύσεις των επί μέρους στοιχείων των κτισμάτων, θεώρηση της διακόσμησής τους, αναφορά στους μαστόρους, κατασκευαστές κλπ. Η εργασία κλείνει με λίστα όρων, πλούσια βιβλιογραφία, χρονολογικό πίνακα κατασκευής των γεφυριών και με έναν χρησιμότατο και κατατοπιστικό χάρτη των θέσεών τους.
Χάρτης περιοχής Αττάλειας και Μερσίνας
Στο δεύτερο και κύριο, όπως είπαμε, μέρος όπου παρουσιάζονται τα 46 γεφύρια, υπάρχει για το καθένα το ιστορικό του, σχέδια και πολλές φωτογραφίες. Συνολικά δημοσιεύονται 186 ασπρόμαυρες και έγχρωμες φωτογραφίες. Να πούμε εδώ, ότι η γνώση του κάθε γεφυριού είναι σφαιρική και πλήρης.
Γεφύρι παζαριού - Pazarsuyu koprusu
Κλείνοντας, θα πρέπει να επισημάνουμε τον μεγάλο αριθμό επιγραφών, με αραβική γραφή, που είναι εντοιχισμένος στα εξεταζόμενα γεφύρια. Πρόκειται για ένα στοιχείο που εντυπωσιάζει. Σε μάρμαρο σκαλισμένες σχεδόν όλες, συνθέτουν μικρά αυτοτελή έργα τέχνης και φυσικά παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες, με κυριότερη την χρονολογία κατασκευής του κάθε γεφυριού.
Θα επιχειρήσουμε τώρα, με τη βοήθεια μερικών φωτογραφιών του βιβλίου, ένα ταξίδι στην Τουρκία, για να γνωρίσουμε τα σημαντικότερα πέτρινα γεφύρια της Οσμανλίδικης περιόδου.
Γεφύρι Μπικακσί - Bickici koprusu  
Ξεκινάμε από το Ντιαρμπεκίρ στην Ανατολική Τουρκία, τόπο συγκέντρωσης πολλών γεφυριών.
Στα ανατολικά της πόλης, κοντά στο Σιλβάν, συναντάμε το μεγάλο γεφύρι του Μαλαμπαντί, πάνω στο ποτάμι Μποτάν, παραπόταμο του Τίγρη. Είναι χτισμένο το 1147 κι έχει ένα μεγάλο τόξο και αρκετά μικρά βοηθητικά.
Εδώ εμφανίζεται η μεγάλη οξυκόρυφη καμάρα του ίδιου γεφυριού, με άνοιγμα 8,60 μέτρων. Στον Ελλαδικό χώρο απαντώνται τέτοια γεφύρια, όπως της Τσίπιανης στην Ήπειρο και του Καμπέραγα στο χωριό Μηλιωτάδες Ζαγορίου.
Γεφύρι Γκράβκα - Gravga koprusu
Στο Ντιαρμπεκίρ, στο άκρο της πόλης, υπάρχει επίσης το μεγάλο γεφύρι Ντιτσλέ, του Τίγρη δηλαδή, πάνω στον ομώνυμο ποταμό. Έχει 10 τόξα και είναι χτισμένο το 1067.
Κοντά στο προηγούμενο γεφύρι, πάντα στο Ντιαρμπεκίρ, υπάρχει και το Καρά Κιοπρού, το Μαυρογέφυρο δηλαδή. Με 5 τόξα, χτισμένο τον 12ο αιώνα.
Λίγο νοτιότερα, στο Γκιζιλτεπέ, βρίσκουμε το γεφύρι Ντουνάισι, επίσης πεντάτοξο, κατασκευασμένο τον13ο αιώνα σε παραπόταμο του Φιράτ, του Ευφράτη δηλαδή.
Γεφύρι Γκιορμελί - Giormeli koprusu
Κοντά στα σύνορα με τη Συρία και το Ιράκ, στην πόλη Τζιζρέ, στον Τίγρη ποταμό, σώζονται τα υπολείμματα ενός μεγάλου εξάτοξου γεφυριού, που είχε κατασκευαστεί το 1164. Διακρίνονται ακόμη και σήμερα τμήματα ανάγλυφων παραστάσεων με τους θεούς του Ολύμπου, τον Δία, τον Ποσειδώνα, την Αθηνά, τον Ερμή κλπ. Εδώ βεβαίως κάποιοι συνειρμοί είναι αναπόφευκτοι. 
Γεφύρι Αλά - Ala kopru
 
Να κινηθούμε τώρα κοντά στη Μεσόγειο, ανάμεσα στην Αττάλεια και τη Μερσίνα.
Πλησιάζοντας την αρχαία Άσπενδο, στο αρχαίο ποτάμι του Ευρυμέδοντα ή Κιοπρού Τσαγί, αντικρίζουμε το μεγάλο σελτζουκικό γεφύρι Κιοπρού παζάρ, δηλαδή το γεφύρι του παζαριού. Χτιζόταν πάνω σε ρωμαϊκά θεμέλια, για περίπου 20 χρόνια, από το 1219 έως το 1236.
Χάρτης περιοχής Αδάνων, Άγκυρας, Καισάρειας, Μαράς
Ανάμεσα σε Ερμενέκ και Καραμάν, στον ποταμό Γκιοκσού, υπάρχει το γεφύρι του Μπικακσί, τετράτοξο, με δυο κυκλικά ανακουφιστικά ανοίγματα εκατέρωθεν της κυκλικής καμάρας. Κατασκευάστηκε το 14ο αιώνα.
Εδώ βλέπουμε το γεφύρι Γκράβκα, επίσης τετράτοξο, επίσης με κυκλικά παράθυρα δεξιά και αριστερά της κεντρικής καμάρας, μόνο που εδώ είναι διπλά. Έχει κτιστεί τον 14ο αιώνα και βρίσκεται κοντά στο Ερμενέκ.
Γεφύρι Σεϋχάν - Goksu koprusu
Κοντά στην πόλη Ερμενέκ, προς Αναμούρ, είναι και το εικονιζόμενο βραχοθεμελιωμένο γεφύρι, με το όνομα Γκιορμελί. Είναι δίτοξο, χτισμένο το 1302.
Δίπλα από την πόλη Αναμούρ, βρίσκεται το επιβλητικό δίτοξο γεφύρι, με το όνομα Αλά Κιοπρού. Έχει χτιστεί τον 14ο αιώνα.
Στη συνέχεια ακολουθούμε την κατεύθυνση από Άδανα προς Άγκυρα, με ενδιάμεσους σταθμούς στο Μαράς, στην Καισάρεια και στο Αφιόν Καραχισάρ
Γεφύρι Τεκγκιόζ - Tekgoz kopru
 
Από το Μαράς προς το Γκιοκσούν συναντάμε το γεφύρι του Σεϋχάν, πάνω στο ομώνυμο ποτάμι, τον αρχαίο Σάρρο. Μ' ένα μεγάλο τόξο και τέσσερα βοηθητικά, φέρεται ότι κατασκευάστηκε τον 14ο αιώνα.
Ανεβαίνουμε στο Καϊσερί (Καισάρεια) Καππαδοκίας και βλέπουμε το γεφύρι Τεκγκιόζ, δίτοξο, πάνω στον ποταμό Κιζίλ Ιρμάκ, τον αρχαίο Άλυ ποταμό, τον μεγαλύτερο της Τουρκίας. Έχει χτιστεί, σύμφωνα με την εντοιχισμένη επιγραφή του, το 1203.
Γεφύρι Κεσίκ - Kesik kopru
Λίγο νότια από την πόλη Κιρσεχίρ, βρίσκουμε το Κεσίκ Κιοπρού. Ζεύγει με 13 τόξα τον Κιζίλ Ιρμάκ (Άλυς) και στέκει εκεί χτισμένο από το 1248.
Στη συνέχεια πάμε στο Αφιόν Καραχισάρ και στο μεγάλο εξάτοξο γεφύρι Αλτιγκιόζ (τα έξι μάτια). Το έχουν κατασκευάσει το 1210.
Πλησιάζοντας στην Άγκυρα από νότια, θα συναντήσουμε πάνω στον Άλυ ποταμό το περίφημο γεφύρι Γκεσνιγκίρ, πολύτοξο, με 12 ανόμοια μεταξύ τους ανοίγματα και σε διαφορετικό ύψος το καθένα. Είναι έργο του 13ου αιώνα.
Γεφύρι Αλτιγκιόζ - Altigoz koprusuo
Μέσα στη Άγκυρα, στο ποτάμι Τσουμπούκ, υπάρχει το Ακ Κιοπρού, το Άσπρο γεφύρι, με εφτά τόξα, κατασκευασμένο το 1222.
Τελευταίο δρομολόγιο, από Αμάσεια του Πόντου στο μακρινό Ερζερούμ. Η Αμάσεια είναι γνωστή πόλη του Πόντου από την αρχαιότητα και πατρίδα του σπουδαίου Έλληνα γεωγράφου Στράβωνα.
Κοντά στην πόλη Τοκάτ, στον ποταμό Γεσίλ Ιρμάκ, το αρχαίο ποτάμι της Ίριδας, θα συναντήσουμε το γεφύρι Χιντιρλίκ, το Σκούρο γεφύρι. Είναι πεντάτοξο και κατασκευάστηκε το 1250.
Γεφύρι Γκεσνιγκίρ - Cesnigir koprusu
Το γεφύρι αυτό ζεύγει παράξενα τον ποταμό Κιζίλ Ιρμάκ, δηλαδή τον Άλυ, εξ ου και το όνομά του: Εγκρί Κιοπρού, Στραβογέφυρο δηλαδή. Βρίσκεται στη Σεβάστεια, τη σημερινή Σίβας. Είναι έργο του 16ου αιώνα.
Άσπρο γεφύρι - Ak kopru
Ανάμεσα Μπαϊμπούρτ και Γκιουμουσανέ θα συναντήσουμε και το Κοργκάν Κιοπρουσού, δηλαδή το γεφύρι του Φόβου. Δίτοξο, έχει χτιστεί περίπου τον 17ο αιώνα.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να πω ότι, σε όλη τη Βαλκανική χερσόνησο και όχι μόνο, οι γεφυροποιοί (κιοπρουλήδες στα τούρκικα) έχουν αφήσει τα σημάδια τους ανεξίτηλα πάνω στα έργα τους.
Χάρτης περιοχής Αμάσειας και Ερζερούμ
Το θέμα, όμως, είναι να αρχίσει μια έρευνα που θα δώσει και θα δέσει τα συμπεράσματα, όσον αφορά κυρίως τις επιρροές μεταξύ τους και τις σχέσεις τους (ή όχι) με το παρελθόν (κυρίως ρωμαϊκής, αλλά και βυζαντινής εποχής), γιατί οι ομοιότητες καθώς και άλλα χαρακτηριστικά τους πρέπει να θεωρούνται δεδομένα.
Τυχερή γέφυρα - Hidirlik kopru (Φωτο: ΑΓΠ)



Στραβογέφυρο - Egri kopru
 
Γεφύρι Κοργκάν - Korgan koprusu - Γεφύρι του Φόβου

Η παραπάνω εργασία παρουσιάστηκε στην διάρκεια της Α' Επιστημονικής Συνάντησης του Κέντρου Μελέτης Πέτρινων Γεφυριών (ΚΕ.ΜΕ.ΠΕ.Γ) στις 23 Νοεμβρίου 2002 στην Καλλιθέα, με τον γενικό τίτλο “Περί Πετρογέφυρων” 10 Εισηγήσεις και 1 Μουσική Αφήγηση. Δημοσιεύτηκε στην έκδοση των πρακτικών του ΚΕΜΕΠΕΓ.
Για περισσότερες πληροφορίες δείτε στο Blog “Βιβλία ΚΕΜΕΠΕΓ”

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Χωμένη γέφυρα στο Λειβάρτζι Καλαβρύτων


Βρίσκεται στην αριστερή όχθη του Λειβαρτζινού ποταμιού (ή Λειβαρτζινού Ερύμανθου), λίγο πριν την είσοδο στο χωριό Λειβάρτζι, του δήμου και της ομώνυμης επαρχίας Καλαβρύτων.
Λέγεται και γέφυρα στην περιοχή “Καμουτσάρη” και ήταν μονότοξη. Εξυπηρετούσε το μονοπάτι της Αγίας Τριάδας με το Λειβάρτζι, όπως επίσης από εδώ περνούσε και ο κεντρικός δρόμος από την πεδινή περιοχή "Λειβαρτζινό", όπου είχαν τα χωράφια τους οι ντόπιοι, για το Λειβάρτζι.
Ο ντόπιος και τ. Δήμαρχος Λεωνίδας Βασιλόπουλος. Η βρύση "ξεσκεπάστηκε" το 1988 (Φωτο: ΑΓΠ)
Το γεφύρι είναι χωμένο λόγω της αλλαγής της κοίτης του ρέματος, που χυνόταν στον Λeιβαρτζινό Ερύμανθο.

Χτίστηκε το 1856 μαζί με τις δυο βρύσες "Πάνω" και "Κάτω Καμουτσάρη". Η Κάτου βρύση"  ξεσκεπάστηκε τελευταία (1988) με ενέργειες  του τότε δήμου Αροανίας Λεωνίδα Βασιλόπουλου. Παραμένει ακόμη χωμένο το γεφύρι.

Και η βρύσες και το γεφύρι έγιναν με δωρεά του Λειβαρτζινού Ανδρέα Πάππα, από τον συνοικισμό “Μισοχώρι” του χωριού, όπως και το παλιό γεφύρι που χτίστηκε και αυτό το 1856, το γεφύρι δηλαδή που βρισκόταν αριστερά λίγο πριν την είσοδο στο Λειβάρτζι, επί του Λειβαρτζινού Ερύμανθου και αυτό, δίπλα από τη σημερινή λεγόμενη "Καμάρα". Το γεφύρι αυτό, το παλιό, παρασύρθηκε από κάποιο δυνατό κατέβασμα του ρέματος και στη συνέχεια χτίστηκε, πριν από το 1940, το καινούργιο. Ίχνη του υπάρχουν δίπλα στη σημερινή "Καμάρα".
 Μια έγγραφη μαρτυρία μας λέει ότι "...έτερος σύγχρονος ευεργέτης είναι ο εκ Μεσοχωρίου Ανδρέας Πάπας, θανών εν Πάτραις προ του 1880. Ούτος εργασθείς ως οινοπνευματέμπορος και πλουτίσας κατεσκεύασε το 1856 την λιθίνην γέφυραν του χωρίου, παρά την παλαιάν μικράν τοιαύτην (Σημείωση γράφοντος: την καμάρα στο Λειβάρτζι). Επίσης τας κρήνας Μεσοχωρίου, Λεύκου και το Καμουτσάρι μετά δύο κρηνών, μιας επί της οδού της φερούσης τότε εις τους αγρούς, παρά την χωσθείσαν γέφυραν, και ετέρας επί του πλακοστρώτου χώρου, έργον του ιδίου"(1).

Ο ντόπιος, από το Λειβάρτζι, Βασιλόπουλος Λεωνίδας, πρώην δήμαρχος του τέως δήμου Αροανίας, μας διηγείται χαρακτηριστικά: 

Η περιοχή της "Χωμένης Γέφυρας" στη θέση "Καμουτσάρη". (Φωτο: ΑΓΠ)
  “...οι δυο βρύσες, Πάνω και Κάτω Καμουτσάρη, έχουν φτιαχτεί το 1856. Αναφέρω τον δωρητή Ανδρέα Πάππα, Λειβαρτζινό, ο οποίος ήταν στην Πάτρα κι εκεί είχε πλουτίσει και ενδιάμεσα, όπως αναφέρει η ιστορία του Λειβαρτζίου, που γράφτηκε το 1940, αναφέρει πως ο Ανδρέας Πάπας έφτιαξε την επάνω και την κάτω Καμουτσάρη και την εγγύς γέφυρα προσφάτως παραχωθείσα παρά του παραποτάμου. Όχι από τον κυρίως ποταμό, αλλά τον παραπόταμο, γι' αυτό βρίσκεται εδώ μέσα. Εδώ είναι ο βασικός δρόμος που διήρχετο από το Λειβαρτζινό, από τα χωράφια, από τον κάμπο για να ανέβεις στο Λειβάρτζι. Ήταν καμάρα μ' ένα τόξο, μονότοξο και υπήρχε...υπάρχει και αυτή η μάντρα δίπλα από τη γέφυρα. Αυτή η μάντρα οδηγεί από τη βρύση στη γέφυρα. Ακόμη, μαρτυρίες λειβαρτζινών, του Καζαζάκη που είχε το καφενείο εδώ, Λεχουρίτης μάλλον ο Καζαζάκης, που είχε το καφενείο στο Λειβάρτζι, λέει ότι όταν ερχότανε μαθητής στο σχολαρχείο στο Λειβάρτζι, είχανε έλθει εκδρομή εδώ και ανέβαινε στην καμάρα και παίζανε...κάτω...και πηδάγανε, παιδάκια...κάτω. Δηλαδή, η καμάρα υπήρχε...ήτανε περίπου ένα μέτρο, δεν ήτανε χωμένη...αυτό περίπου...κάπου...το 1915. και αμέσως μετά χώθηκε. Και είναι και μια άλλη μαρτυρία του ότι η γέφυρα δεν έχει παρασυρθεί αλλά έχει επιχωθεί...είναι χωμένη μέσα γιατί είχε μείνει το πάνω κομμάτι, ένα μέτρο περίπου και παίζανε τα παιδάκια εκεί και η γέφυρα περίπου βρίσκεται σ' αυτό το σημείο περίπου...μαζί το 1856...γίνανε όλα αυτά τα έργα μαζί...με την καμάρα την άλλη, που έχετε πάρει στο Λειβάρτζι, είναι κι αυτή...όχι, ο Ανδρέας ο Πάππας είχε φτιάξει την πρώτη καμάρα πού 'ναι δίπλα απ' αυτήν ακριβώς, φαίνονται οι βάσεις, λίγο κάτω...επειδή παρασύρθηκε στη συνέχεια φτιάχτηκε αυτή που είδατε σήμερα...αυτή που έχετε στις φωτογραφίες.
Η βρύση στη θέση "Κάτω Καμουτσάρη". (Φωτο: ΑΓΠ)
Η βρύση αυτή, η κάτω βρύση Καμουτσάρη, η οποία φαίνεται στη μέση ο κάδος που λένε οι χτίστες, είναι η παλιά βρύση και δεξιά-αριστερά τα κολονάκια μέχρι το σημείο που είναι η πέτρα, που προεξέχει προς τα μέσα. Το υπόλοιπο είναι η επισκευή της βρύσης που έγινε. Εμείς τη βρήκαμε το 1988 από μαρτυρίες Λειβαρτζινών που έλεγαν ότι υπήρχε η κάτω βρύση που φτιάχτηκε το 1856 και χώθηκε κάπου το 1900. δηλαδή το 1940 που γράφτηκε το βιβλίο του Δουδούμη η ιστορία του Λειβαρτζίου, που έχει αρκετές αναφορές και σε βρύσες και σε τοπωνύμια, στην ανθρωπογεωγραφία της περιοχής... ο Δουδούμης δεν τη γνωρίζει αυτή τη βρύση, είναι χωμένη...θυμούνται κάποιοι από ιστορίες παλιών και με προσπάθεια που κάναμε με τσάπα δω πέρα τη βρήκαμε και ήμαστε τυχεροί που δεν την καταστρέψαμε γιατί την ψάχναμε λίγο από κει που είναι...δυο μέτρα πιο δεξιά προς τα πάνω και βρήκαμε το παλιό γκερέτσι, ασβέστη με κεραμίδι, που μετέφερε το νερό από την πάνω βρύση στην κάτω και ακολουθώντας το γκερέτσι δυο μέτρα φτάσαμε στην βρύση. Φαίνεται ακόμη και τώρα, αν πάμε εκεί θα δείτε...φαίνεται το αυλάκι με κεραμίδι και ασβέστη πούφερνε το νερό από την πάνω βρύση στην κάτω.
"
Η περιοχή "Καμουτσάρη", όπου και η θέση της "Χωμένης Γέφυρας". (Φωτο: ΑΓΠ)


Και αυτή φτιάχτηκε, όπως είπαμε πριν, επειδή ο δρόμος πέρναγε από δω και ήτανε δύσκολο για τους κουρασμένους οδοιπόρους να ανεβαίνουν πενήντα μέτρα ακόμη να πάνε πάνω να πιουν νερό...φτιάχτηκε εδώ για να πίνουνε νερό...και η πάνω βρύση φτιάχτηκε στο σημείο που βγαίνει το νερό. Η γέφυρα είναι δεξιά μας, όπως φαίνεται η μάντρα...δεξιά μας από τη βρύση. Η μάντρα συνεχίζει μέσα προς το χώμα και περίπου σε 3-4 μέτρα βρίσκεται η γέφυρα, που έχει χωθεί από τον παραπόταμο και κάποια στιγμή πρέπει να την αναδείξουμε, να την φέρουμε πάλι...να την φέρουμε πάλι...να την αποκαλύψουμε. Μάστορας της βρύσης, του κομματιού που επισκευάστηκε, όχι της παλιάς, ήταν ο μπάρμπα-Τάκης Κυριαζής, μακαρίτης πλέον, από το Λεχούρι...καλλιτέχνης...καλλιτέχνης.
Τάκης Κυριαζής. Από το Λεχούρι.
Έχει φτιάξει αρκετές βρύσες στο Λιβάρτζι, 5-6 βρύσες, συν την κεντρική πλατεία, συν τη στήριξη...το πάνω κομμάτι της μικρής γεφυρούλας που είδατε πριν από λίγο στην πλατεία. Το πάνω κομμάτι το 'χει φτιάξει ο μπάρμπα-Τάκης.”(2)
Για τον Ανδρέα Πάππα διαβάζουμε: "Εκ Μεσοχωρίου, πρωϊμώτατα αποκατασταθείς εν Πάτραις και πλουτίσας εκ της οινοπνευματοποιίας, ανεδείχθη μέγας ευεργέτης εφάμιλλος του Σπηλιωτάκη, το παράδειγμα του οποίου φαίνεται να επέδρασε.
Εξ ιδίων κατασκεύασεν έργα ουχί μικρά ικανά να τον αναδείξουν εις πρώτης τάξεως ευεργέτην, αναλόγως της εποχής. 1).Κατεσκεύασε την βρύσην του επάνω Καμουτσάρη(;) (Μιάλου λιθάρι(;)) μετά πλατείας πλακοστρώτου περιτοιχίσας την γηραιάν πλάτανον. 2).Τον κάτω Καμουτσάρη, ευεργετικώτατον τοις οδοιπόροις όταν η οδός διήρχετο παρά τα κράσπεδα της μονής. 3).Την εγγύς γέφυραν περιελθούσαν από 50ετίας εις αχρηστίαν μετά την αλλαγήν της οδού χωσθείσαν ήδη υπό του παραποτάμου. 4). Ομοίως βρύσην εις Μεσοχώρι. 5). Την μεγάλην γέφυραν (καμάρα) παρασυρθείσης πρότερον της μικράς τοιαύτης, άγνωστον πότε κτισθείσης ης ίχνη διατηρούνται, διότι αρχικώς ο ποταμός δεν ήτο τόσο μεγάλος, μετά την αποψίλωσιν απέβη ο καταστροφεύς, λέγεται δε ότι βους παρασυρθείς εξήχθη εις το διπόταμον κολυμβών εξ ου αποδεικνύεται ότι είχε κοίτην μακράν και βαθείαν. 5). Ομοίαν εις Περιτσέους, άνωθεν οικίας Παπαχρηστοδούλου, αι βρύσεις είναι ευμεγέθεις, με πολεκητούς λίθους και εντοιχισμένας πλάκας με το όνομα του ιδρυτού και το έτος 1856". (3)
Επιπλέον υπάρχει και μια μαρτυρία για τα χρόνια της δημαρχίας του γιατρού Γ. Θούα αναφορικά με τη συμβολή του στην κατασκευή δύο γεφυριών: "Εάν εξαιρέσει τις την διαχείρισιν του κληροδοτήματος Θεοδ. Τσαβλήρη ο κ. Γ. Θούας αποτελεί εξαιρετικήν τιμήν δια τον τόπον. Επί των ημερών του δε και δι' ενεργειών του κατεσκευάσθησαν εν έτει 1898 αι δύο γέφυραι η μία εις του Καλιακούδα το μύλο και η άλλη εις Ολουκόν εκ του επαρχιακού οδικού ταμείου". (4) 





Βιβλιογραφία-σημειώσεις



(1). Αθανασίου Θεοδ. Λέλου. Ιστορία Αρχαίας Ψωφίδας και Λειβαρτζίου. Αθήναι 1953. Σελ. 173,174.
 (2). Αφήγηση στον γράφοντα στις 20/08/2010.
(3). Περικλή Π. Δουδούμη ή Ντουντούμη. Ιστορία της Κωμοπόλεως Λειβαρτζίου Των Καλαβρύτων. Εν Αθήναις τη 25 Μαρτίου 1941, σελ. 136. Επανεκδόθηκε με φωτοσύνθεση πανομοιότυπη με την αρχική έκδοση, από το Σύλλογο Λειβαρτζινών Αθήνας το 1986.
(4). Ομοίως, σελ. 157.


Δείτε το παρακάτω video που αναφέρεται στο "Χωμένο γεφύρι" από: www.youtube.com/agpelop